Δυόμιση
χρόνια έχουν περάσει από τις πλατείες
των αγανακτισμένων. Προφανώς δύσκολα
χρόνια στα οποία όμως αντέξαμε, υπομείναμε,
κάναμε λάθη και μάθαμε από αυτά.
Είδαμε
πανέμορφες κινήσεις, είδαμε εναλλακτικές
οικονομίες, κοινωνικές κουζίνες,
κοινωνικά φαρμακεία και ιατρεία, δωρεάν
μαθήματα, επανασυνδέσεις ρεύματος,
αξιοποιήσεις εγκαταλελειμμένων χώρων,
λειτουργικές καταλήψεις από εργαζομένους
όπως η ΒΙΟΜΕ, κοινωνικούς λαχανόκηπους,
πραγματικές δημοκρατικές συνελεύσεις
οργανωμένες από πολίτες, εναντίωση στις
πολιτικές διώξεις, δημιουργία δικτύων
ενημέρωσης και πολύπλευρη αντίσταση
στον βιασμό της χώρας. Είδαμε τα ίδια
τα όπλα του συστήματος, όπως η κρατική
τηλεόραση να μεταμορφώνεται δειλά-δειλά
σε φωνή του λαού και το πραγματικό
πανεπιστήμιο που οφείλει να είναι.
Είδαμε πολίτες από γειτονικές πόλεις
να παραγκωνίζουν το "διαίρει και
βασίλευε" και να αγωνίζονται μαζί
για τα δίκαια όλων
παρά τις συστημικές προσπάθειες διάσπασης
και υπονόμευσης.
Πολλά
ήταν τα θετικά των πλατειών, που παρά
τα προβλήματα τους, έδωσαν την ευκαιρία
στους πολίτες να ενώσουν την φωνή και
την δύναμη τους. Αφήνοντας πίσω κομματικές
και ιδεολογικές διαφορές, πλέον οι
άνθρωποι άρχισαν να αυτοσυντονίζονται
με γνώμονα την αλληλεγγύη και την
αντίσταση στην αδικία. Κυριαρχεί όμως
και μια συνεχής αγωνία, πολλές φορές
και ανείπωτη, «θα προλάβουμε; θα μας
προλάβει η πείνα ή κάποιο στημένο
κατηγορητήριο;» Όσο όμορφα και αν είναι
τα κεκτημένα, τόσο μεγάλη είναι και η
ανάγκη συνειδητοποιημένης μαζικοποίησης.
Η
αντίπερα όχθη, ξέρει καλά πως εάν θέλει
να επιβιώσει, πρέπει να τσακίσει
παραδειγματικά και στρατηγικά την όποια
αντίδραση. Μόνη λύση είναι η αλληλεγγύη
και η αντίσταση. Εάν είναι μικρή θα είναι
ηρωική αλλά μαρτυρική, εάν είναι μαζική
και διαρκής, θα είναι αποτελεσματική.
Σήμερα
βλέπουμε το σύστημα να περνά σε μια νέα
φάση σοκ και δέους. Με πρωτοφανή επίθεση
σε μέτωπα εργαζομένων που άλλοτε φάνταζαν
απόρθητα. Βλέπουμε όμως αντιστάσεις
και την ευκαιρία να συνταχθεί ένα μέτωπο
που εάν αποφασίσει να διευρύνει τον
αγώνα αναγνωρίζοντας ανθρωποθυσίες
παρελθόντος και μέλλοντος ... εάν αποδεχτεί
τα σφάλματα και τις αδυναμίες του
παρελθόντος, εάν αντέξει τον χλευασμό
τον βολεμένων, εάν ανοιχτεί χωρίς
δυσπιστία αλλά με προσοχή, τότε θα
ξαναβρεί την φωνή να δείξει τον δρόμο
και να φτάσει εκεί που του αξίζει, με
ένα λαό κυρίαρχο.
Ταυτόχρονα
όμως, έχουμε γίνει και μάρτυρες
πυροτεχνημάτων, νεκρώσιμων πορειών και
διαδηλώσεων από μεμονωμένες ομάδες
πολιτών και εργαζομένων, χωρίς παλμό,
χωρίς κουράγιο να φωνάξουν συνθήματα
και να αγωνιστούν. Γιατί; Επειδή, απλά,
πολλοί αντιλαμβάνονται, πως όταν άλλοι
βρέθηκαν στην ανάγκη να αγωνιστούν,
εκείνοι έμεναν αμέτοχοι - είτε επειδή
είχαν ακόμη την δουλίτσα τους, είτε
επειδή πίστευαν πως αν παρέμεναν ήσυχοι,
θα πήγαιναν λίγο παρακάτω.
Αλήθεια,
ποιος μπορεί να βρει το κουράγιο να
φωνάξει στον δρόμο, όταν γνωρίζει πως
τα τελευταία δυόμιση χρόνια ή μόνη του
αντίδραση ήταν να μουντζώσει τον
Πρετεντέρη, να πει μια κουβέντα παραπάνω
στον καφέ ή να ακολουθήσει έναν ξεπουλημένο
συνδικαλιστή χωρίς όμως να του εναντιωθεί
ή να διεκδικήσει την ανατροπή του. Πως
να βρει το θάρρος να καλέσει αλληλεγγύη
όταν η πιο ανατρεπτική του δράση ήταν
ένα "ουυυ";
Ο
μόνος τρόπος να βρει κάποιος αέρα στη
φωνή του και να γίνει πιστευτός είναι
να πει με ειλικρίνεια, «γνώριζα
ότι άνθρωποι πεινούσαν, γνώριζα ότι ο
δικός μου τρόπος ζωής και πολλές επιλογές
μου μπορεί να ωφέλησαν εμένα και τον
άμεσο περίγυρο μου αλλά ήξερα, ήξερα
βαθιά μέσα μου πως το σύνολο, η πλειονότητα,
ζημιωνόταν από τις επιλογές μου, ήξερα
ότι κέρδιζα εις βάρος άλλων. Αυτό μου
δημιουργούσε ένα κενό. Φρόντιζα όμως
με ταβέρνες, μπουζούκια και όμορφα
παπούτσια να το μπαλώνω. Νόμιζα επίσης
πως άλλοι ήταν ειδικότεροι από μένα για
το πως θα πρέπει εγώ να ζω την ζωή μου.
Δεν διάβασα το μνημόνιο, δεν διάβασα
τον Καλλικράτη, δεν διάβασα το ΤΑΙΠΕΔ,
δεν έμαθα για το Δουβλίνο ΙΙ. Αυτά τα
κανόνιζαν εκείνοι που εμπιστευόμουν,
εκείνοι που μου έβρισκαν μια θεσούλα,
ή μου έκαναν μια χάρη. Εκείνοι που μου
δημιουργούσαν τις ανάγκες για να τρέχω
συνεχώς να τις γεμίζω. Δεν περίμενα ότι
θα γυρίσουν να μου ζητήσουν και τα ρέστα.
ΌΧΙ, δεν είναι όλη η αλήθεια αυτή,
υποπτευόμουν φορές ότι δεν ήταν βιώσιμο
αυτό το μοντέλο, μερικές φορές σκεφτόμουν
ότι θα υπάρξουν συνέπειες αλλά οι κύριοι
στις τηλεοράσεις γρήγορα με καθησύχαζαν.
Πως θα μπορούσαν να κάνουν λάθος όταν
φορούσαν τόσο όμορφες και ακριβές
γραβάτες και ενώ όλοι τρέχαν πίσω τους;
Τελικά
τα ρέστα ζητήθηκαν και από μένα και από
τα παιδιά μου... Τι να τους πω τώρα; Εδώ
δεν πρόλαβα
καλά-καλά να μιλήσω στα παιδιά μου χωρίς
άγχος πριν καν
έρθει η “κρίση”. Άλλωστε και εγώ πέρασα
δύσκολα, έτρεχα συνέχεια να πάρω μια
μεγαλύτερη τηλεόραση, ένα μικρότερο
κινητό... Ξέρετε κάτι, μετανιώνω, και
λυπάμαι, πρώτα για τον εαυτό μου αλλά
και
για εσάς, γιατί έπρεπε να πονέσω και εγώ
για να καταλάβω ότι πονάτε και εσείς.
Συγνώμη, ίσως είναι αργά, αλλά θα το 'χω
κρίμα στον τάφο μου, θέλω να αλλάξω τα
πράματα, θέλω να επανορθώσω, δεν αντέχω
το κλάμα των παιδιών. Κατάλαβα ότι το
δικό μου καλό, είναι άχρηστο χωρίς το
καλό των άλλων. Είναι μια φούσκα, που
ακόμη και αν δεν σκάσει στα χέρια μου,
κάπου θα σκάσει, δεν θέλω αίμα στα χέρια
μου, γιατί αίμα έχει η φούσκα, αίμα και
πύο.»
Αυτά
πιστεύουμε ότι πρέπει να πούμε κάποιοι,
και ίσως η φωνή μας θα πρέπει πρώτα να
λυγίσει ώστε να μπορέσει μετά να βγει
καθαρή.
Μόνο
έτσι θα μπορέσουμε να κουνήσουμε εμείς
το δάχτυλο. «Μας
κοροϊδέψατε κύριοι, μας εξαπατήσατε.
Μας παραμυθιάσατε ώστε να αναλάβετε τα
ηνία, θα αναλάβετε όμως τώρα και τις
ευθύνες σας. Το να δανείζετε κάποιον
γνωρίζοντας ότι δεν μπορεί να αποπληρώσει,
κρύβει δόλο, σημαίνει ότι δεν θέλετε να
πάρετε πίσω μόνο τα λεφτά, θέλετε ό,τι
ανήκει στο άτομο, ακόμα και το ίδιο το
άτομο. Τώρα μας λέτε λοιπόν να δουλέψουμε
σαν σκλάβοι, γιατί δεν υπάρχουν λεφτά.
Κύριοι, τα χρήματα δεν εξαφανίστηκαν,
αν θέλουμε να βρούμε τους ενόχους αυτής
της κρίσης, το μόνο που αρκεί να βρούμε
είναι ποιες κοιλιές φούσκωναν. Δεν
εξαϋλώθηκαν δια μαγείας τα λεφτά, πήγαν
μονόπατα. Ευθύνες υπάρχουν και
αναγνωρίζουμε όλοι ότι ακόμα και η
αμέλεια μπορεί να είναι εγκληματική.»
Αν
όμως, αν, πέρα από τους υπεύθυνους σε
εγκληματικό βαθμό, θέλουμε να βρούμε
και την ριζική αιτία, ώστε να μην πέσουμε
στις ίδιες φάκες, τότε πρέπει να κοιτάξουμε
και μέσα μας. Τα φράγκα μπορεί να μην
εξατμίστηκαν από προσώπου γης, αλλά
εξαφανίστηκε κάτι άλλο καιρό πριν την
"κρίση". Χάθηκε η συνείδηση του
πολίτη. Η συνεχής αντίληψη ότι σε αυτόν
τον κόσμο, δεν αποτελούμε ανεξάρτητες
μονάδες, αλλά αναπόσπαστο μέρος μιας
αλληλεξαρτώμενης κοινωνίας. Ακόμα και
αν το δούμε ψυχρά και ορθολογιστικά,
διαπιστώνουμε ότι δεν μπορεί το δικό
μας συμφέρον ή όσων αγαπάμε, να είναι
ουσιαστικά διαφορετικό από το καλό όλης
της κοινωνίας.
Οι
αρχαίοι ονόμαζαν «ιδιώτη» όποιον δεν
συμμετείχε στα κοινά, όποιον δηλαδή
απείχε από την διαμόρφωση και άσκηση
των κανόνων που διαμορφώνουν την ζωή
όλων μας. Οι Άγγλοι τον ονομάζουν idiot.
Οι κλινικοί ψυχολόγοι έχουν τον όρο
"ιδιωτεία", την βαριάς μορφής
νοητική στέρηση. Και δεν είναι η αλήθεια
αυτή; Δεν είναι απλά ηλίθιο να μην
συμμετέχουμε διαρκώς και ενεργά σε
όποια απόφαση καθορίζει με ποιόν τρόπο
ζούμε;
Για
να αποφύγουν οι αρχαίοι την συγκέντρωση
της εξουσίας στα χέρια λίγων, φρόντιζαν
κάθε πολίτης να έχει δικαίωμα ψήφου σε
τακτικές συνελεύσεις. Απαιτούσαν όσοι
είχαν θέσεις εξουσίας να λογοδοτούν
στους πολίτες, να είναι κληρωτοί και να
εναλλάσσονται τακτικά ώστε να αδυνατούν
να καταχραστούν την δύναμη. Σήμερα όμως,
η εξουσία έχει περάσει στα χέρια
παγιωμένων αντιπροσώπων, οι οποίοι
είναι οι μόνοι που διαμορφώνουν τους
κανόνες της κοινωνίας στην οποία ζούμε
επιβάλλοντας έτσι μια εποχή ετερονομίας,
και όχι ισονομίας. Άλλοι διάλεξαν τους
κανόνες του παιχνιδιού και όρισαν εμάς
πιόνια.
Τι
ζητάμε εμείς: Στόχος μας δεν είναι η
ανατροπή, δεν είναι η φιλανθρωπία, δεν
είναι καν η εκλογική επιρροή.
Στόχος
είναι η αφύπνιση της συνείδησης του
πολίτη και η ενίσχυση της φωνής του
πολίτη που τόσα χρόνια την δάνειζε σε
αντιπροσώπους. Οι οποίοι αντιπρόσωποι
για ποιο λόγο να μην κοιτάξουν το δικό
τους συμφέρον; Για ποιο λόγο να μην
νομοθετήσουν για τον δικό τους κύκλο,
για ποιόν λόγο να μην ακολουθήσουν τον
νόμο της ζούγκλας όταν τα άλλα πλάσματα
τους προσέφεραν τον τίτλο του λιονταριού;
Εμείς
θέλουμε να δούμε νόμους, από τους πολίτες
για τους πολίτες. Θέλουμε
να δημιουργήσουμε τις βάσεις, ώστε αν
οποιοδήποτε ομάδα προσπαθήσει να
προωθήσει τα συμφέροντα της σε βάρος
του συνόλου και της ανθρώπινης
αξιοπρέπειας, τότε θα βρει εμπόδιο την
φωνή και τις πράξεις αυτο-οργανωμένων,
πραγματικών πολιτών, οι οποίοι μέσω της
αλληλεγγύης θα μπορούν να σταθούν με
δύναμη και αξιοπρέπεια ενάντια σε όποιον
ιδιωτεύει. Θέλουμε μια ίση κοινωνία που
θα παρέχει αξιοπρέπεια σε όλους.
Το
μόνο όμως πράγμα που μπορούμε να
υποσχεθούμε είναι ότι η συνέχεια θα
είναι δύσκολη. Όμως η επιλογή για το αν
το κεφάλι μας θα είναι σκυμμένο ή ψηλά
είναι αποκλειστική ευθύνη καθενός
ξεχωριστά. Μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι
η λέξη "κρίση", σημαίνει και επιλογή.
Το καθαρό βλέμμα δεν αγοράζεται. Πόσο
μάλλον η λευτεριά. Εκείνη κατακτιέται.
Πότε άλλωστε το σωστό ήταν και εύκολο;
Δεν
θέλουμε να δημιουργήσουμε αυταπάτες,
έτσι δεν θα φτάσουμε πουθενά. Τα
δυσκολότερα χρόνια είναι μπροστά, ακόμη
και αν καταρρεύσει η εξουσία της αγάπης
του χρήματος αύριο, εμείς, θα πρέπει να
φυτέψουμε μποστάνια, κυριολεκτικά και
μεταφορικά και να δείξουμε σε άλλους
πως να κάνουν το ίδιο. Θα πρέπει να
είμαστε διαρκώς σε επαγρύπνηση ώστε να
διασφαλίσουμε τα δίκαια μας. Ακόμα και
αν, με την ευχή όλων των αδικημένων,
απελευθερωθεί η χώρα μας από τα δεσμά,
ακόμα και τότε πρέπει να καταλάβουμε
ότι δεν πρόκειται να μας αφήσουν να
γίνουμε εύκολα παράδειγμα προς μίμηση.
Η χαρά των λαών είναι απώλεια των
καρχαριών και του συστήματος τους.
Ναι,
έχουμε μάχη μπροστά μας. Αλλά εάν θέλουμε
να μιλάμε για μάχες, για μέτωπα, αγώνες
και για πολέμους, πρέπει τότε να δεχτούμε
ότι αυτό συνεπάγεται θυσίες, κούραση,
στόχο, προσήλωση, αναγνώριση των λαθών,
ανασύνταξη, πορεία και ξανά θυσίες.
Τον
εχθρό τον ξέρουμε, μας τον είπε ο Ρίτσος,
«εμείς
άλλον εχθρό δεν έχουμε παρά μονάχα
κείνον που δε σέβεται τον Άνθρωπο.»
Είναι
ταιριαστό ίσως, να κλείσει αυτός ο λόγος
με την φράση του Σωτήρη Τριπόδη, ενός
εργαζομένου της καθαριότητας του Δήμου
Αθηναίων, κοινώς ενός σκουπιδιάρη, όπως
χαρακτήρισε ο ίδιος τον εαυτό του, και
πατέρα 2 παιδιών που βρέθηκε για
συμπαράσταση έξω από την κατειλημμένη
ΕΡΤ . Τελείωσε τον λόγο του με την εξής
φράση, «Την χούντα ο Έλληνας, ΔΕΝ ΤΗΝ
ΓΟΥΣΤΑΡΕΙ.»